Τι είναι αυτό;

Είναι μια έκκληση για βοήθεια. Εγώ, ο Ζήνων του τίτλου, μάζεψα ένα εγκαταλελειμμένο golden retriever το πάσχα του 2019. Γλυκύτατο σκυλί, αλλά ήταν κακοποιημένο και του βγαίνουν που και που τ’ απωθημένα του πάνω μου. Όχι αστεία· μιλάμε για άγρια δαγκώματα: νοσοκομεία, ράμματα, αντιβιοτικά, και βέβαια πολύς πόνος. Εφτά φορές από Απρίλη 2019 ως Γενάρη 2022, συν δυο τρεις επιθέσεις που κατάφερα να γλυτώσω.

Δεν φταίει το σκυλί για τα απωθημένα του, αλλά ούτε κι εγώ φταίω. Φταίει αυτός που το κακοποιούσε. Και δεν φταίει μόνο γι αυτά που έκανε στο σκύλο, αλλά φταίει και γι αυτά που έπαθα και συνεχίζω να παθαίνω εγώ. Γιατί μετά που έμαθα το ιστορικό του σκύλου, τον πήρα τηλέφωνο και του ζήτησα να μου πει πως, πότε, σε πιες περιστάσεις, γιατί και με τι τον έδερνε. Του εξήγησα ότι για ν’ αποφύγω τα δαγκώματα πρέπει ν’ αποφύγω τις περιστάσεις που έχει συνδέσει ο σκύλος με την κακοποίηση, που τον κάνουν να αντιδρά αμυντικά και να δαγκώνει. Και ενώ ήξερα πολλές λεπτομέρειες που τις είχα μάθει από ένα σωρό κόσμο και που συνάδουν μεταξύ τους, και του τις είπα, τι έκανε ο τύπος; Τα αρνήθηκε όλα και με φόρτωσε ένα κάρρο ψέμματα, σαν τετράχρονο παιδάκι που το πιάσανε στα πράσα, κι όμως επιμένει να αρνείται ότι έκανε αυτό που το είδαν με τα μάτια τους να κάνει. Ωριμότητα και ανδρισμός, τι να πει κανείς.

Ήλπιζα ότι με τον καιρό θα χαλάρωνε το σκυλί και θα ηρεμούσε, και πράγματι έχει χαλαρώσει φοβερά σε σχέση με όταν το βρήκα, αλλά τα ψυχικά του τραύματα είναι βαθειά και οι επιθέσεις συνεχίζουν· η πιό πρόσφατη μόλις την περασμένη βδομάδα. Έτσι αποφάσισα ν’ ανοίξω αυτό το site και να ζητήσω από το γενικό κοινό να μου πει ότι τύχει να ξέρει, που θα μπορούσε να μου συμπληρώσει την ελλειπή εικόνα της κακοποίησης του σκύλου που έχω τώρα.

Πέρα απ’ αυτά ελπίζω ότι οι πληροφορίες, οι ιδέες και οι απόψεις που παρουσιάζω εδώ, μπορεί να σταθούν χρήσιμες και σε άλλους, είτε άνθρωποι είναι είτε σκύλοι.

Ο Bruno

27 Απριλίου 2019, δυο μέρες μετά που τον μάζεψα

Τον βρήκα χαράματα μεγάλης Πέμπτης του 2019 δεμένο στη βρυσούλα στο παρκάκι μεταξύ Ούλοφ Πάλμε και Γαζίας στου Ζωγράφου. Τον μάζεψα για να μην περάσει τη νύχτα του εκεί, και «αύριο να δω τι θα τον κάνω». Δεν είχα ούτε σκοπό να τον κρατήσω, ούτε δυνατότητα· είχα ήδη σκύλο και γάτες, και μικρό διαμέρισμα. Το απόγευμα τον πήγα στον κτηνίατρο να δω αν ήταν τσιπαρισμένος. Εκεί με δάγκωσε πρώτη φορά όταν πήγα να τον βάλω μέσα στο κτηνιατρείο. Έμαθα αργότερα ότι φοβάται τα κτηνιατρεία γιατί τον πηγαίνανε για πλύσιμο και κούρεμα και φοβήθηκε τη μηχανή του κουρέματος. Ήταν τσιπαρισμένος. Μετά που μου έδεσε το χέρι η κτηνίατρος, πήγαμε στο τμήμα Ζωγράφου να δηλώσω ότι τον βρήκα. Δήλωση απώλειας δεν είχε γίνει. Και μετά σπίτι και «αύριο να δω τι θα τον κάνω». Αργότερα πήγα στον Ευαγγελισμό να με ράψουνε· μου είχε ανοίξει την παλάμη σαν ψωμάκι του hot dog.

Δεν ήταν εύκολα τα πράγματα, αλλά έπρεπε να βρω κατάλληλο άνθρωπο να τον δώσω, όχι απλώς τον πρώτο τυχαίο. Φιλόζωοι της γειτονιάς κάνανε αναρτήσεις για λογαριασμό μου στα φέισμπούκια κλπ – εγώ τέτοια δεν έχω. Κάποιοι εξέφρασαν ενδιαφέρον. Άλλοι αναγνώρισαν τον Bruno από τις φωτογραφίες κι άρχισαν να μου δίνουν πληροφορίες. «Τον πήγαινε βόλτα μια κοπέλλα στην Πανεπιστημιούπολη, αλλά πάει καιρός τώρα», «τον παρακολουθούσε ο Μαραφέλιας νομίζω», «μα τον ξέρω τον ιδιοκτήτη, δούλευε στο μαγαζί του η κόρη μου, ακόμα της χρωστάει λεφτά» κι άλλα παρόμοια. Από αλλού έμαθα ποιοί εγκαταλείψανε τον Bruno εκεί που τον βρήκα. Τους πήρα τηλέφωνο. Κι εκείνοι στο δρόμο τον είχαν βρει ένα μήνα νωρίτερα και τον πήραν για να τον κρατήσουν, αλλά τους δάγκωσε και τρομοκρατήθηκαν. Οι φιλοζωικές ήταν γεμάτες, ο δήμος είχε εξαντλήσει τα κονδύλια του, κανείς δεν ήθελε το σκύλο, οπόταν τον δέσανε εκεί που περνάνε φιλόζωοι με τα σκυλιά τους για να τον βρει κάποιος. Κάπου εκείνες τις μέρες με σταμάτησε κι ένας άγνωστος στο δρόμο: «συγνώμη, ο Bruno είναι αυτός;». Όχι μόνο ήξερε το σκύλο, αλλά είχε και το τηλέφωνο του ιδιοκτήτη και μου τό ‘δωσε. Έμαθα ότι τον είχε πάρει δώρο για τα γενέθλια της κοπέλλας του, αλλά μετά χώρισε το ζευγάρι και πήρε εκείνη τα πράγματά της κι έφυγε και του άφησε το σκύλο. Έτσι σιγά-σιγά άρχισε να δημιουργείται μια σπασμένη εικόνα της ζωής αυτού του άμοιρου ζώου, σαν puzzle που του λείπουν τα μισά κομμάτια.

Είχε περάσει σαράντα χέρια κι ογδόντα τρικυμίες. Από τον ιδιοκτήτη στην καθαρίστρια της καφετέριας του, που τον είχε κλεισμένο σ’ ένα υπόγειο ή μαγαζί μέχρι που δάγκωσε το γιο της, κι από κει στον εκπαιδευτή και σε μια πανσιόν σκύλων στα βόρεια προάστια για τέσσερεις μήνες, δηλαδή σε κλουβί για τέσσερεις μήνες, και μετά στο φίλο του ιδιοκτήτη και σ’ αυτούς που τον βρήκανε στο δρόμο και τον έδεσαν στο παρκάκι όπου τον βρήκα εγώ. Και μπορεί να λείπουν κι άλλα κομμάτια του puzzle.

Στο μεταξύ μου μετέφερε επίσημα ο ιδιοκτήτης την κυριότητα του Bruno και βρέθηκε μια κοπέλα που τον ήθελε με πλήρη γνώση του ιστορικού του, και μου φάνηκε πολύ κατάλληλη. Μετά από μια σταδιακή εξοικείωση τον πήρε τέλη Μαΐου. Τις επόμενες δυο βδομάδες την δάγκωσε δυο φορές και μου τον έφερε πίσω. Έτσι κατέληξε εκείνο το «αύριο να δω τι θα τον κάνω» σε δεσμό εφ’ όρου ζωής, και πρέπει τώρα να φροντίσω να μην μου τελειώσει ο Bruno πρόωρα τη δική μου πριν τελειώσει φυσικά η δική του.

Τα βρώμικα παιδιά είναι ευτυχισμένα παιδιά

Γι’ αυτό λοιπόν, αν ξέρετε περισσότερες λεπτομέρειες από τη ζωή του Bruno με τον ιδιοκτήτη του ή αν ξέρετε ποιός μπορεί να ξέρει, και που μπορώ να βρω την πρώην του και την καθαρίστρια, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μου. Ιδιαίτερα πληροφορίες που μπορεί να φαίνονται τελείως ασήμαντες, μπορεί να είναι οι πιο σημαντικές. Να, με ένα υποθετικό παράδειγμα, αν ο ιδιοκτήτης έδερνε το σκυλί όταν ήταν μεθυσμένος, είναι σημαντικότατο να ξέρω αν μεθούσε με ουίσκυ ή με ούζο, για να μην ξαναπιώ εγώ ποτέ αυτό που έπινε εκείνος και την μυρωδιά του οποίου συνέδεσε ο Bruno με την κακοποίηση.

Ο ιδιοκτήτης λέγεται Γιώργος Ήλιοβιτς (συχνά και με λατινικά George Iliovic), είναι ομοεθνής από την Συρία, και έμενε όταν είχε τον Bruno Ηρώων Πολυτεχνείου 80, ψηλά τέρμα Παπάγου απέναντι από το 1º ΕΠΑΛ. Οι τότε γείτονες εκεί μπορεί να ξέρουν πολλά. Είχε τις καφετέριες Βαβέλ και Hubble Bubble στη λεωφόρο Παπάγου, και άλλη μια νομίζω εκεί πολύ κοντά. Ήταν υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος το 2019 με την παράταξη του Θώδα και πήρε 27 σταυρούς.

Η πρώην του λέγεται Alma (δεν ξέρω αν είναι το επίσημο όνομά της ή σύντμηση των Alexandra-Maria), είναι από την Ρουμανία, σπούδασε ιατρική, έκανε την αγροτική της θητεία στην Αρκίτσα και δούλευε το 2019 σε κάποιο νοσοκομείο στην Αθήνα. Δεν κατάφερα ποτέ να την εντοπίσω.

Η καθαρίστρια μπορεί να είναι Γεωργιανή, δεν είμαι καθόλου σίγουρος, και έμενε στο Νέο Κόσμο. Ούτε εκείνη κατάφερα να την εντοπίσω. Χαρακτηριστικά ο Ήλιοβιτς, που ήταν εργοδότης της και της έδωσε και τον Bruno, μου είπε ότι δεν ξέρει πως την λένε.

Ο φίλος λέγεται Uday, είναι Σύρος, και είχε δουλέψει στις καφετέριες του Ήλιοβιτς. Τον εντόπισα στη δουλειά του σε μια καφετέρια με ναργιλέδες στην Κολοκοτρώνη στο Χαλάνδρι και συμφώνησε να συναντηθούμε και να μου διηγηθεί τα του Bruno στο επόμενο ρεπό του. Μετά έγινε άφαντος. Έμαθα εκ των υστέρων ότι δούλευε στην ίδια καφετέρια και ο Ήλιοβιτς, ο οποίος προηγουμένως είχε κάνει ότι μπορούσε για να με εμποδίσει να βρω τον Uday, οπόταν βγαίνει κάποιο συμπέρασμα. Το μόνο που ξέρω είναι ότι σύμφωνα με τον Ήλιοβιτς ο Uday είχε τον Bruno ένα χρόνο, ενώ ο ίδιος ο Uday μου είπε ότι τον είχε δυο βδομάδες όλο κι όλο.

Ο εκπαιδευτής λέγεται Θοδωρής Τριάντης, είχε κάποτε κατάστημα στην Καισαριανή και βρίσκεται τώρα στο Ελληνικό. Ήταν επίσης στην επιτροπή ζώων του δήμου Ζωγράφου. Μια πηγή μου είπε ότι τον έχει δει να κάνει το λεγόμενο ζίου-ζίτσου: βουτάς το σκυλί απ’ το σβέρκο, του βάζεις τρικλοποδιά και το πετάς χάμω, κάθεσαι πάνω του και το ακινητοποιείς, και μετά το κοιτάς στα μάτια μέχρι να γυρίσει το βλέμμα του αλλού, «για να μάθει ποιός είναι το αφεντικό». Τον πήρα τηλέφωνο και τον ρώτησα, με αποτέλεσμα τον εξής διάλογο: «Το ζίου-ζίτσου, ναι, αλλά δεν θα σας το συνιστούσα για τον Bruno». «Καλά, εγώ δεν θα το έκανα αυτό ποτέ σε κανένα σκυλί, αλλά θα ήθελα να σας ρωτήσω αν το κάνατε εσείς στον Bruno». «Κύριε Πανούση με προσβάλλετε». Όποιος καταλαβαίνει τι σημαίνουν αυτά ας με φωτίσει κι εμένα, γιατί εγώ το «για τον Bruno» δεν καταφέρνω να το ευθυγραμμίσω με το «με προσβάλλετε». Αυτό που ξέρω πάντως είναι ότι ο Bruno δαγκώνει αν τον κάνεις να χάσει την ισορροπία του, αν τον ακινητοποιήσεις και αν τον κοιτάς στα μάτια (το τελευταίο όχι πια μαζί μου).

Η πανσιόν τέλος ήταν – σύμφωνα με ιδιαίτερα αβέβαιες πληροφορίες – κάπου ψηλά προς Βαρυμπόμπη, Άγιο Στέφανο, από κει μεριά.

Όποιος ξέρει κάτι για όλα αυτά, ας επικοινωνήσει παρακαλώ μαζί μου.

Καλλιτεχνική επιμέλεια διακόσμησης χεριού: Bruno

Δαγκώματα

Την πρώτη φορά τη ανέφερα ήδη: στο κτηνιατρείο την ίδια μέρα που τον μάζεψα. Και έφταιγα εγώ. Περιμέναμε απ’ έξω μια χαρά, αλλά όταν μας άνοιξε την πόρτα η κτηνίατρος και είπε «περάστε», ο Bruno κάθισε και δεν έμπαινε με τίποτα. Ακούμπησα το χέρι μου στην κοιλιά του για να τον ανασηκώσω, και γύρισε και μου πάτησε τρεις δαγκωματιές με τα πίσω δόντια στην παλάμη. Το ενδιαφέρον εδώ δεν είναι τόσο το ότι με δάγκωσε, αλλά το ότι δεν προειδοποίησε. Ούτε δυσφορία, ούτε γρύλισμα, ούτε τίποτα· κατ’ ευθείαν στο ψαχνό. Ήταν καθαρά δάγκωμα άμυνας.

Την δεύτερη φορά έφερα ένα σάντουιτς απ’ το φούρνο, το έφαγα, κι άφησα τη σακούλα πάνω στο τραπέζι. Ο Bruno την πήρε κι άρχισε να την μασάει. Τον είχα ήδη δυο μήνες κι είχαμε εξοικειωθεί πολύ – ή έτσι νόμιζα. Σκέφτηκα «αν πάω να του την πάρω μπορεί να με δαγκώσει, αλλά πρέπει να δοκιμάσω» και το έκανα έτοιμος να τραβήξω το χέρι μου αν χρειαστεί. Όχι μόνο δεν πρόλαβα να το τραβήξω και μού ‘κανε δυο ωραίες τρύπες με τους κυνόδοντες, αλλά συνέχισε να μου επιτίθεται με μανία ακόμη και μετά που το τράβηξα. Έκανα πίσω, σκουντούφλησα στην καρέκλα που ήταν από πίσω μου κι έπεσα ανάσκελα στο πάτωμα πίσω απ’ την καρέκλα, και αυτό με έσωσε γιατί έτσι βρέθηκε η καρέκλα ανάμεσά μας και την έκανα ασπίδα.

Την τρίτη φορά είχε καθίσει δίπλα μου σε γωνία 120 μοιρών, δηλαδή δεξιά μου βλέποντας σχεδόν προς την αντίθετη κατεύθυνση, και τον χάιδευα. Προφανώς του άρεσε πολύ, γιατί σήκωνε σιγά-σιγά το κεφάλι του προς τα πάνω σαν να αγαλλίαζε, μέχρι που το σήκωσε τόσο που είδα τα μάτια του. Ήταν κατάμαυρα, σαν η κόρες των ματιών να είχαν γεμίσει ολόκληρα τα μάτια, και φαίνονταν πολύ αφύσικα και απειλητικά. Ένα μικροκλάσμα δευτερολέπτου μετά που συναντήθηκαν οι ματιές μας, ήταν ήδη όρθιος και με δάγκωνε.

Αυτά τα κατάμαυρα μάτια που δεν διαβάζονταν καθόλου και δείχνανε τρελλό συνέχισα να τα βλέπω που και που για αρκετούς μήνες και τα φοβόμουνα και αναρωτιόμουνα αν είναι τίποτα νευρολογικό. Αποδείχθηκε ψυχολογικό: έδειχναν ενστικτώδη φόβο. Μετά το φθινόπωρο του 2019 δεν θυμάμαι να τα ξαναείδα.

Η τέταρτη φορά ήρθε αργά ένα βράδυ. Εγώ καθόμουνα στο κομπιούτερ κι εκείνος ήταν ξαπλωμένος κολλητά δίπλα μου. Είχα πιει αρκετά, ένα μπουκάλι κόκκινο κρασί κι ίσως και παραπάνω. Σε μια αυθόρμητη κίνηση αγάπης του χάιδεψα τα πλευρά από μπρος έως πίσω, αν και του μίλησα πρώτα και βεβαιώθηκα ότι δεν κοιμότανε για να μην τον τρομάξω. Πετάχτηκε πάνω και μου δάγκωσε το χέρι και το μπράτσο με μανία.

Η πέμπτη φορά δεν μετράει. Είμασταν βόλτα στο άλσος Συγγρού, τα σκυλιά το ένα δίπλα στο άλλο μπροστά μου σε λουρί σ’ ένα στενό μονοπάτι, όταν ένας λυτός σκύλος στο μπόι του Bruno ήρθε από την αντίθετη κατεύθυνση και του επιτέθηκε. Η αφεντικίνα του άλλου σκύλου παρέλυσε, η Ερατώ άδραξε την ευκαιρία να επιτεθεί στα πλευρά του Bruno, κι εγώ έβαλα το χέρι μου ανάμεσα στα δυο σκυλιά μου για να βγάλω την Ερατώ από την μέση ώστε να μπορέσω να μπω ανάμεσα στον Bruno και τον άλλο σκύλο. Ο Bruno αντιλήφθηκε το χέρι μου αμέσως και μου πάτησε κι εμένα μια. Μέσα στο χάος του καβγά δεν του το καταλογίζω, αν και είναι ενδιαφέρον το ότι την Ερατώ που τον δάγκωνε την αγνόησε τελείως (και σωστά, γιατί ο άλλος σκύλος ήταν πολύ πιο επικίνδυνος και τα δαγκώματα της Ερατώς είναι σχεδόν συμβολικά), αλλά το χέρι μου το αντιλήφθηκε ως κίνδυνο άξιο άμυνας. Αυτό έγινε τέλη Αυγούστου ή αρχές Σεπτεμβρίου του 2019 και για πολύ καιρό νόμιζα ότι ήταν και η τελευταία φορά.

Έκτη φορά με δάγκωσε αρχές Μαρτίου του 2021 κι αυτή ήταν κι η χειρότερη μέχρι στιγμής. Από τέλη Φεβρουαρίου έβλεπε εφιάλτες δυο-τρεις φορές κάθε μέρα, γύρω στις δώδεκα μέρες συνεχόμενες. Μετά ξυπνούσε με μια κοφτή κραυγή και γρύλιζε απειλητικά για 10-20 δευτερόλεπτα, και μετά ηρεμούσε. PTSD υποψιάζομαι, μετατραυματικό σύνδρομο στρες, γιατί έναν εφιάλτη μπορεί να δούμε όλοι που και που, αλλά δυο βδομάδες σερί και πολλές φορές τη μέρα είναι κάτι τελείως διαφορετικό. Όπως και νά χει, ήταν ξεκάθαρα προφανές ότι μέχρι να καταλάβει που βρίσκεται και να ηρεμήσει ήταν πολύ επικίνδυνος, οπόταν εγώ υιοθέτησα τη στρατηγική του να μην κουνιέμαι και να μην τον κοιτάζω και μόνο να του μιλάω με χαμηλή και καθησυχαστική φωνή για να συνειδητοποιήσει ότι είναι ασφαλής και δεν συμβαίνει τίποτα. Κι όμως 8 Μαρτίου χαράματα πήγαν στραβά τα πράγματα. Έχω ένα dimmer ψηλού ποδιού δίπλα στο κρεββάτι μου και κοιμόμασται πάντα μ’ένα χαμηλό ημίφως γιατί κάποιος μου είπε ότι ο Bruno φοβάται το σκοτάδι. Ξύπνησα από την κοφτή κραυγή του όταν ξύπνησε απ’ τον εφιάλτη του κι άρχισε να γρυλίζει, αλλά τον είδα πολύ αλαφιασμένο και σκέφτηκα να δυναμώσω λίγο το φως για να καταλάβει που βρίσκεται. Έβγαλα λοιπόν το χέρι από κάτω από το πάπλωμα για να δυναμώσω το dimmer και αυτό αποδείχθηκε μεγάλο λάθος. Μου χύμηξε μαινόμενος και μου το άρπαξε. Εγώ πετάχτηκα όρθιος στο κρεββάτι για να βάλω λίγη απόσταση μεταξύ μας, αλλά είναι μεγάλο σκυλί και το μόνο που κατάφερα ήταν να μου αρπάξει και το άλλο χέρι. Με έκανε κομμάτια. Τρεις απ’ τους τέσσερεις τοίχους του υπνοδωματίου και όλο το πάτωμα γέμισαν αίματα, και το μόνο που πρόδιδε ότι δεν είχε γίνει βομβιστική επίθεση αυτοκτονίας εκεί μέσα είναι ότι τα τζάμια ήταν ακόμη ολόκληρα.

Αυτή τη φορά αναγκάστηκα να καλέσω το ΕΚΑΒ. Μέχρι να φτάσω στον Ευαγγελισμό ήμουνα σε κατάσταση σοκ, αυτό που συμβαίνει όταν αρχίσουν να κλείνουν τα αγγεία των άκρων για να διαφυλάξουν την παροχή αίματος στον εγκέφαλο. Εκεί όταν είδαν την κατάστασή μου σηκώσανε τα χέρια ψηλά· ράψανε πρόχειρα τα χειρότερα σημεία και με ξαποστείλανε στο ΚΑΤ.

Κλικ στις εικόνες για μεγέθυνση

Έτσι είναι ο κακός αυτός ο κόσμος: άλλος κακοποιεί το σκύλο του, άλλος πληρώνει τα σπασμένα. Και συνήθως αυτός που κακοποιεί το σκύλο του, δέρνει και τα παιδιά του και τη γυναίκα του. Γιατί είναι άντρας αυτός και πρέπει να τον υπακούνε – νομίζει, ο κομπλεξικός ανεγκέφαλος που δεν καταλαβαίνει ότι είναι μια τραγική και γελοία παρωδία ανδρισμού.

Το έβδομο δάγκωμα, 5 Ιανουαρίου του 2022, ήταν και το πιο σουρεαλιστικό. Μάζεψα τα πράγματά μου – τσιγάρα, τηλέφωνα κλπ – και κατευθυνόμασταν απ’ το σαλόνι στο υπνοδωμάτιο να πάμε για ύπνο. Μπροστά η Ερατώ, από πίσω ο Bruno κι από πίσω εγώ· την ξέρουν καλά τη ρουτίνα τα σκυλιά και φεύγουν πρώτα. Στην είσοδο του υπνοδωματίου, στα καλά καθούμενα, χωρίς να έχει συμβεί απολύτως τίποτα, έτσι όπως απλά μπαίναμε μέσα, γύρισε ο Bruno και με άρπαξε. Σαν να είδε φάντασμα, δεν ξέρω τι του κατέβηκε. Αστραπιαία γύρισε και η Ερατώ και του επιτέθηκε από πίσω για να με υπερασπιστεί. Εγώ έβαλα το αριστερό χέρι πίσω απ’ την πλάτη μου για να το προστατέψω, αλλά άφησα το δεξί μπροστά μου ενώ προσπαθούσα να σπρώξω την Ερατώ με το πόδι να φύγει, μην τυχόν και της επιτεθεί κι εκείνης ο Bruno.

Είναι ζήτημα αν κράτησε 4-5 δευτερόλεπτα η επίθεση, αλλά ήταν αρκετά: δυο τρύπες από κυνόδοντες στο μπράτσο μου, μια από πάνω και μια από κάτω που μάλλον χτύπησαν κόκκαλο κι οι δυο, κι άλλες πολλές πιο μικρές. Ένα κοινό είχε αυτή η επίθεση με την τέταρτη: είχα πιει αρκετό κόκκινο κρασί. Αν έχει αυτό καμιά σχέση ή όχι, δεν έχω ιδέα. Όμως δυο μέρες αργότερα επαναλήφθηκε το σενάριο της έκτης επίθεσης, κάτι που ξανά παραπέμπει σε PTSD. Αυτή τη φορά κουκουλώθηκα τελείως με το πάπλωμα, κρατώντας το ψηλά από μέσα για να του παρουσιάζω ένα άμορφο πάπλωμα χωρίς σχήμα ανθρώπου. Με άκουγε βέβαια που ανέπνεα μέσα σαν ατμομηχανή, αλλά δεν έκανε τίποτα· στάθηκε εκεί γύρω στο ένα λεπτό και μετά έφυγε και πήγε και ξάπλωσε.

Συνολικά ξέρω καμιά δεκαπενταριά δαγκώματα συμπεριλαμβανομένων και των δικών μου. Ένα αξοσημείωτο κοινό έχουνε όλα: μόνο το εκάστοτε αφεντικό του έχει ποτέ δαγκώσει, και μόνο στα χέρια. Απ’ όσο ξέρω ποτέ δεν δάγκωσε πόδι, κώλο, λαιμό ή τίποτ’ άλλο, ούτε άλλον άνθρωπο εκτός από τ’ αφεντικό του της στιγμής, ούτε άλλο ζώο. Χέρια τον δέρνανε, χέρια φοβάται.

Θεραπεία

Πως σουλουπώνεται ένα σκυλί που έχει τραβήξει αυτά που τράβηξε ο Bruno; Με πολλή υπομονή, με πολλή αγάπη, και με πολλή παρατηρητικότητα και ενσυμπάθεια.

Το πρώτο που έγινε προφανές, ιδιαίτερα μετά από το τρίτο δάγκωμα, είναι ότι ο Bruno δεν ήξερε τι είναι η οικειότητα. Αντιλαμβανόταν και την φυσική και την πνευματική επαφή ως απειλητικές παραβιάσεις του προσωπικού του χώρου. Σαν να μην τον είχανε χαϊδέψει ποτέ. Του άρεσαν μεν τα χάδια, αλλά τα φοβότανε συγχρόνως. Δεν τα ζητούσε ποτέ μόνος του και προτιμούσε να κάθεται σε κάποια απόσταση. Το ίδιο και με το να τον κοιτάς στα μάτια: το θεωρούσε απειλή. Η πρώτη μου δουλειά λοιπόν ήταν να να τον βοηθήσω να τα ξεπεράσει αυτά.

Τα χάδια ήταν μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα. Αν συνέχιζα να τον χαϊδεύω θα με ξαναδάγκωνε κι αν δεν τον χάιδευα δεν θα μάθαινε ποτέ. Τι να κάνω κι εγώ, πήρα μια βούρτσα και τον βούρτσιζα. Καθημερινά. Απ’ την μια η βούρτσα πρόσθετε 10-15 εκατοστά στο μήκος του χεριού μου και έλεγα ότι αν γυρίσει να μ’ αρπάξει – κι αν είμαι τυχερός – μπορεί ν’ αρπάξει την βούρτσα και να γλυτώσει το χέρι μου. Απ’ την άλλη η βούρτσα δεν μεταδίδει την ίδια τρυφερότητα που μεταδίδει το χέρι, οπόταν και από άποψη ανεπιθύμητης οικειότητας η βούρτσα ήταν καλύτερη, τουλάχιστον για ένα πρώτο διάστημα. Και πράγματι, έκανε την δουλειά της και αρχές Αυγούστου του 2019 ξανάρχισα να τον χαϊδεύω, πρώτα επίτηδες χωρίς πολλές τρυφερότητες, και μετά σιγά-σιγά πιο συναισθηματικά και οικεία. Το πρωταρχικό ήταν να μάθει ότι τα χέρια μου δεν δέρνουνε και να πάψει να τα φοβάται· όλα τα άλλα έπονταν.

Άλλος τρόπος να το μάθει αυτό ήταν βέβαια το φαγητό. Είναι φοβερά λαίμαργος – η γειτόνισσα η Αγαθή τον λέει κοιλιόδουλο χλαπάκουλα – και αυτό μπορούσε να αξιοποιηθεί. Τό ‘κανα λοιπόν συνήθεια μέρα παρά μέρα να τους δίνω κολατσιό με το χέρι. Μια μπανάνα, ένα ροδάκινο, λίγο πεπόνι, μερικά λουκανικάκια από ‘κείνα τα πολύ μικρά που έχει στο Bazaar, κάτι τέλος πάντων, αλλά πάντα απ’ το χέρι στο στόμα και μιλώντας τους. «Ένα για την Ερατώ κι ένα για τον Μπρούνο. Ένα για την Ερατούλα κι ένα για τον Μπρουνάκη. Κι άλλο ένα για το Ερατίδιο κι άλλο ένα για το Μπρουνίδιο», μπουρ, μπουρ, μπουρ, δεν έχει σημασία τι έλεγα, αλλά το ότι τα λόγια μου δημιουργούσαν ατμόσφαιρα οικειότητας την ώρα που το μυαλό του Bruno ήταν τελείως σφηνωμένο στο φαγητό και δεν προλάβαινε να φοβηθεί την οικειότητα. Και μάθαινε συγχρόνως ότι τα χέρια τα δικά μου ταΐζουνε, δεν δέρνουνε.

Για το πρόβλημα των ματιών έκλεψα πατέντα από τις γάτες. Πως σε κοιτάνε και κλείνουνε τα μάτια τους για να δείξουν ότι σ’ εμπιστεύονται; Ε, άρχισα κι εγώ να κάνω το ίδιο με τον Bruno. Συνήθως όταν καθόταν αυτός στο χωλ κι εγώ στο γραφείο στο σαλόνι, ώστε ήδη η απόσταση μεταξύ μας να του προσφέρει ασφάλεια απ’ τις φοβίες του (κι εμένα από τα δόντια του), τον κοιτούσα στα μάτια και του μιλούσα καθησυχαστικά σε πολύ χαμηλό τόνο, σχεδόν ψιθυριστά, κλείνοντας σιγά-σιγά τα μάτια μου μέχρι να κλείσουν τελείως, και συνέχιζα να ψιθυρίζω τρυφερές μαλακίες με τα μάτια κλειστά (και τ’ αυτιά μου ορθάνοιχτα). Αποδείχθηκε εξαιρετική μέθοδος. Σύντομα άρχισε να με μιμείται και να κλείνει κι εκείνος τα μάτια μοιάζοντας υπνωτισμένος, κι έτσι με τον καιρό ξεπεράσαμε και το πρόβλημα των ματιών.

Όλα αυτά γίνονταν το καλοκαίρι του 2019. Τον πρώτο μήνα τον είχα κλεισμένο στο σαλόνι γιατί είχαν τρομοκρατηθεί οι γάτες μ’ αυτό το τεράστιο τέρας που έφερα στο σπίτι κι έπρεπε να έχουν κι εκείνες ένα χώρο όπου να νοιώθουν ασφαλείς. Βέβαια είχα ήδη την Ερατώ σχεδόν ένα χρόνο, αλλά η Ερατώ είναι πολύ πιο μικρή και ήταν απ’ την πρώτη μέρα πολύ φιλική με τις γάτες και την είχαν μάθει. Ο Bruno δεν φαινότανε να ξέρει από γάτες κι είχε και τις φοβίες του, οπόταν έπρεπε κι εγώ να φυλάω λιγάκι τα ρούχα των γατιών. Κι η μοναξιά του ήταν μικρή, γιατί κι εγώ απ’ το πρωί ως το βράδυ στο σαλόνι καθόμουνα. Ήταν κλειστό με τρόπο που δεν μπορούσε να βγει ο Bruno, αλλά μπορούσαν να μπαινοβγαίνουνε οι γάτες. Έτσι σιγά-σιγά γνωριστήκανε με πρωτοβουλία των ίδιων των γατιών, και μετά από κάνα μήνα μπόρεσα κι εγώ να τον αφήσω να κυκλοφορεί ελεύθερα στο σπίτι.

Θα σου δείξω εγώ εσένα!

Η εξοικείωση του Bruno με τις γάτες ήταν βέβαια απαραίτητη, αλλά ήταν και ευεργετική για τον ίδιο. Βρέθηκε σε μια μικροκοινωνία ζώων που ούτε τον απειλούσανε ούτε θέλανε τίποτα από αυτόν, ούτε είχανε θέματα ιεραρχίας μαζί του, αλλά του προσφέρανε την ευκαιρία να είναι αυτός κοινωνικός και καλός μαζί τους, πράγμα πού ακριβώς έκανε. Τώρα τον έχουν μάθει κι οι αδέσποτες της γειτονιάς, και κάποιες στο παρκάκι της Γαζίας έφτασαν στο σημείο να του τρίβονται στο μουσούδι.

Το ίδιο καλοκαίρι του 2019 παρατήρησα κι άλλα πράγματα: (1) ο Bruno δεν ήξερε να παίζει, (2) φοβόταν τα λουριά και τις ζώνες, και (3) δεν ανέβαινε σε καναπέ ή κρεββάτι με τίποτα, όσο κι αν τον παρότρυνα. Τι κουκουνάρια του πετούσα, τι μπαλλάκια του τέννις του πήρα, εγώ τα πέταγα κι εγώ έτρεχα να τα πιάσω. Ήταν σαν να μην είχε παίξει ποτέ στη ζωή του και δεν ήξερε καν την έννοια του παιχνιδιού. Το λουρί το είδα στις βόλτες, όταν άλλαζα χέρι και τύχαινε η πάνω άκρη του λουριού να διαγράψει ένα ημικύκλιο στον αέρα, κι αυτός τό ‘βλεπε απ’ την γωνία του ματιού του κι έσκυβε γρήγορα το κεφάλι. Δεν μιλάνε τα σκυλιά, αλλά και χωρίς λέξεις ξέρουνε να πουν πολλά. Και στο ράντσο που έχω στο σαλόνι (για τον σποραδικό επισκέπτη υποτίθεται, αλλά στην πραγματικότητα για τα ζώα) και που έχουν καταστρέψει ανεπανόρθωτα ή Ερατώ και οι γάτες, ακόμη δεν ανεβαίνει. Στρατιωτάκι τον είχανε, με ξύλο και καψόνι. Οι απόλυτα ηλίθιοι.

Εγώ τα παιδιά μου (ο μεγάλος είναι πια σαρανταπεντάρης) τα μεγάλωσα στη βάση του «είμαστε όλοι ισότιμοι, έστω κι αν εγώ είμαι λίγο πιο ισότιμος από ‘σας». Όχι με την καταχρηστική έννοια της φάρμας του Orwell, αλλά με την έννοια του ότι αν και όταν υπάρξει διαφωνία, αυτός που έχει την ευθύνη για τα παιδιά πρέπει να έχει και τον τελευταίο λόγο στην επίλυση της διαφωνίας, αλλιώς δεν μπορεί να έχει την ευθύνη τους. Ακριβώς την ίδια φιλοσοφία εφαρμόζω και με τα ζώα. Οι γάτες το ξέρουνε γιατί όλες εδώ μεγαλώσανε. Κι η Ερατώ, που την μάζεψα μεγάλη απ’ τον δρόμο, το κατάλαβε και το έμαθε στο άψε-σβήσε. Ο Bruno άργησε. Ήταν τόσο καταπιεσμένος που, ακόμη κι η ίδια η ιδέα του ότι δικαιούται να έχει γνώμη, του ήτανε παράδοξη. Για να μην πω τίποτα για αυτοπεποίθηση. Τά ‘μαθε στο τέλος μέσες-άκρες, αλλά του πήρε πάνω από δυο χρόνια (και τώρα διαπληκτιζόμαστε που και που στο δρόμο αν θα πάμε από εδώ ή από εκεί, και το χαίρομαι, όσο κι αν με κουράζει).

Όσο για την δύσκολη οικειότητα, ο Bruno έχει πια γίνει κολλητήρι και τρομερά χαδιάρης. Κοιμάται δίπλα στο κρεββάτι μου και με ακολουθεί παντού. Πάω στο σαλόνι κι έρχεται και ξαπλώνει κάτω απ’ το γραφείο ή κολλητά στην καρέκλα μου. Πάω στην κουζίνα να φτιάξω καφέ και ξαπλώνει ακριβώς απ’ έξω στο διάδρομο και με κοιτάει. Το πρωί με ξυπνάει με μια γλυψιά στα μούτρα, και κάθεται αμέσως μετά δίπλα στο κρεββάτι για να τον χαϊδέψω. Έρχεται κι ακουμπάει το σαγόνι του στο μηρό μου και με κοιτάει στα μάτια με ύφος παρακλητικό, «χάιδεψέ με, αγάπησέ με». Κι όταν κάτι θέλει, δεν διστάζει να με κοιτάει στα μάτια και να με γαβγίζει από μισό μέτρο απόσταση, γιατί είναι ένας ανώριμος, ανυπόμονος, επίμονος και φωνακλάς. Λοιπόν τα τελευταία δυο δαγκώματα, το έκτο και το έβδομο, που κολλάνε; Πως είναι δυνατόν αυτό το γλυκύτατο σκυλί στα καλά καθούμενα να με κατακρεουργεί; Τι το πιάνει και γιατί; Αυτό θέλω να μου πείτε εσείς που ξέρετε τις λεπτομέρειες που δεν ξέρω εγώ, του πως, πότε, κάτω από ποιες περιστάσεις, γιατί, και με τι, τον κακοποιούσαν στο παρελθόν. Ή, αν δεν τις ξέρετε, να μου πείτε ποιός μπορεί να τις ξέρει και που να τον βρω. Ή αν δεν το ξέρετε ούτε αυτό, να κοινοποιήσετε αυτό το κείμενο όπου νά ‘ναι, μέχρι η τύχη να βοηθήσει να βρεθεί κάποιος που κάτι ξέρει.

Επικοινωνία

Τηλέφωνο: 212 2133561
E-mail: zp@qdh.nl

Πάντα προτιμώ την προφoρική επαφή, γιατί είναι άμεση και εκατό φορές πιο γρήγορη και αποτελεσματική από την γραπτή. Ότι κι αν ξέρετε σχετικά με τον Bruno, όσο ασήμαντο κι αν σας φαίνεται, μην διστάσετε να με πάρετε τηλέφωνο. Καλές ώρες είναι από μεσημέρι ως μεσάνυχτα.

Ενδιαφέρον τηλεφώνημα

Στις 24 Φεβρουαρίου έλαβα ένα τηλεφώνημα από τον εκπαιδευτή. Ήταν ιδιαίτερα ενοχλημένος με αυτή την ιστοσελίδα και το γεγονός ότι τον κατονομάζω, και με πήρε τηλέφωνο με την απαίτηση να κατεβάσω την ιστοσελίδα. Σε σχεδόν μισή ώρα συζήτηση ειπώθηκαν πολλά στα θέματα «συκοφαντική δυσφήμηση», «δικηγόροι» και «νομικές προσφυγές», από τα οποία τίποτε δεν αξίζει τον κόπο να το μεταφέρω εδώ. Τα σημαντικά σημεία του τηλεφωνήματος δεν είναι αυτά που ειπώθηκαν, αλλά αυτά που χαρακτηριστικά δεν ειπώθηκαν.

Την επόμενη μέρα του έστειλα ένα e-mail. Έχει περάσει ενάμισης μήνας από τότε κι απάντηση δεν πήρα, λόγος για τον οποίο δημοσιεύω τώρα το e-mail μου.

Subject: Bruno
Date: Fri, 25 Feb 2022 11:37:02 +0000
From: Zenon Panoussis
To: Θοδωρή Τριάντη

Γειά σας κ Τριάντη

Όπως ήδη ξέρετε, ακούω προσεκτικά όταν μου μιλάνε και
παρατηρώ τι μου λένε, αλλά και τι δεν μου λένε. Στην
χτεσινή συνομιλία μας λοιπόν, όταν σας είπα ότι αν
θέλετε θα μπορούσατε να είσαστε λίγο εποικοδομητικός
και να με βοηθήσετε να μάθω μερικά από αυτά που θέλω
να μάθω, το χαρακτηριστικό δεν ήταν τι μου απαντήσατε,
αλλά τι δεν μου απαντήσατε.

Εσείς στείλατε άνθρωπο να πάρει το σκυλί από την
καθαρίστρια και να το πάει στην πανσιόν. Αν θέλατε
να βοηθήσετε να μάθω αυτά που πρέπει να ξέρω για να
μπορέσω ν' αποφύγω κι άλλα δαγκώματα, ακριβώς όταν
σας πρότεινα εποικοδομητική αντιμετώπιση του θέματος
ήταν η στιγμή που θα μπορούσατε να μου είχατε πει
που μπορώ να βρω την καθαρίστρια και ποιά είναι η
πανσιόν. Και ξέρετε βέβαια ότι από την καθαρίστρια
ίσως να έβρισκα και την Alma και να λυνότανε το
πρόβλημά μου. Όμως δεν μου είπατε ούτε το ένα ούτε
το άλλο.

Μπορεί βέβαια, επειδή είσασταν εστιασμένος στο θέμα
της ιστοσελίδας και της «δυσφήμησής» σας όπως την
είπατε, εκείνη τη στιγμή απλώς να μην σας πέρασε
από το μυαλό να μου πείτε για την καθαρίστρια και
την πανσιόν. Είναι κι αυτό δυνατόν, το δέχομαι.
Τώρα όμως που διαβάσατε έως εδώ, δεν είναι πλέον.

Το άλλο περίεργο με την συνομιλία μας χτες είναι
ότι, παρ' όλο που είχατε ήδη διαβάσει την ιστοσελίδα
και είχατε δει και τις φωτογραφίες των χεριών μου,
δεν είπατε ούτε λέξη για δαγκώματα, ούτε καν ένα
τυπικό «λυπάμαι» έστω και κούφιο. Εσείς το
εκπαιδεύσατε αυτό το σκυλί. Αν λοιπόν δεχτούμε
ότι δεν του κάνατε ούτε ζίου-ζίτσου ούτε τίποτε
άλλο βάναυσο, δεν είναι λογικό να αναρωτιέστε τώρα
τι συνέβει μαζί του, πως πήγε χαμένη η εκπαίδευσή
σας και πως έγινε έτσι το σκυλί; Δεν είναι λογικό
να θυμώσετε με τους όποιους υπεύθυνους γι όλα αυτά,
και να θέλετε από μόνος σας να μάθω και να μάθετε
κι εσείς αυτά ακριβώς που ρωτάω στην ιστοσελίδα;
Ναι, είναι απόλυτα λογικό. Κι όμως, δεν είπατε
ούτε λέξη για τον Bruno, ούτε λέξη για τα χέρια
μου. Πως πρέπει να το ερμηνεύσει αυτό κανείς;

Φιλικά,
Ζήνων Πανούσης